Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2016

ΑΤΕΧΝΩΣ / Αη Στράτης 1941-42: Ο Γιάννης Λίππας θυμάται…


Η μεταξική φασιστική δικτατορία στιγματίστηκε στη συνείδηση του ελληνικού λαού ως απάνθρωπη και εγκληματική. Τα όργανά της χρησιμοποίησαν βάρβαρες μεθόδους για να υποτάξουν κάθε αντίσταση του λαού και… όπως είναι φυσικό, οι κομμουνιστές ήταν οι πρώτοι που τις «δοκίμασαν». Τρομερά βασανιστήρια  όπως το ρετσινόλαδο, η στήλη πάγου και το πετάλωμα των αγωνιστών ήταν το «σήμα κατατεθέν» της. Στην περίπτωση των πολιτικών κρατουμένων στον Αη Στράτη, τον χειμώνα του 1941-42, εν μέσω γερμανικής κατοχής, η βαρβαρότητα ξεπέρασε ακόμα… και τον εαυτό της.
Οι έλληνες δεσμοφύλακες απομονώνουν τους εξόριστους σε ένα κτίριο και τους εξαναγκάζουν να πεθάνουν από την ασιτία, εκτός κι αν υπογράψουν «δήλωση μετανοίας». Οι κομμουνιστές εξόριστοι παλεύουν κυριολεκτικά με το χάρο, χάνουν 33 συντρόφους τους, δεν λυγίζουν, ώσπου στο τέλος βγαίνουν νικητές.

Στα πλαίσια του αφιερώματος του περιοδικού μας στον Κώστα Πουρναρά (Μπόση), εν όψει της εκδήλωσης προς τιμή του στις 23 Γενάρη  (το ΑΤΕΧΝΩΣ συμμετέχει ως συνδιοργανωτής) δημοσιεύουμε αναμνήσεις του παλαίμαχου κομμουνιστή Γιάννη Λίππα, από το ξερονήσι του θανάτου. Πρόκειται για δυο περιστατικά στα οποία γίνεται ονομαστική αναφορά στον Κώστα Πουρναρά (Μπόση) που βρισκόταν  εκεί εξόριστος την ίδια περίοδο (δείτε εδώ σχετική ανάρτηση του αφιερώματός μας).

kostas bosisΤο πρώτο περιστατικό το διηγήθηκε ο Γιάννης Λίππας στον παλαίμαχο αντιστασιακό Χρήστο Νταβαντζή και καταγράφεται στο υπό έκδοση βιβλίο του δεύτερου «Όσα επέζησαν στη μνήμη – Οδοιπορικό μιας ζωής». Δείχνει την αποφασιστικότητα εκείνων των ανθρώπων που πολέμησαν με το θάνατο υπερασπιζόμενοι τις ιδέες τους. Μας το παραχώρησε (τον ευχαριστούμε πολύ) ο συγγραφέας του βιβλίου μαζί με τη φωτογραφία του ίδιου παρέα με τον Γιάννη Λίππα, που (προ)δημοσιεύουμε επίσης.

Γιάννης Λίππας (με το καπέλο) και Χρήστος Νταβαντζής (Πηγή φωτογραφίας το υπό έκδοση βιβλίο του Χρ. Νταβαντζή "Όσα επέζησαν στη μνήμη - Οδοιπορικό μιας ζωής"
Γιάννης Λίππας (με το καπέλο) και Χρήστος Νταβαντζής
(Πηγή φωτογραφίας το υπό έκδοση βιβλίο του Χρ. Νταβαντζή “Όσα επέζησαν στη μνήμη – Οδοιπορικό μιας ζωής”
«Μεταφέραμε ένα νεκρό από την πείνα συντροφό μας, εγώ και ο Κώστας Πουρναράς. Τον πηγαίναμε στο λόφο όπου ήταν το εκκλησάκι του Αη Μηνά και το νεκροταφείο. Καταβάλαμε υπερπροσπάθεια για να φτάσουμε μέχρι εκεί, νηστικοί κι εμείς, με δυνάμεις που όλο λιγόστευαν. Κάποια στιγμή λέω του Κώστα: εμείς μπορούμε ακόμα και κουβαλάμε τους νεκρούς συντρόφους μας, εμάς όμως ποιος θα μας κουβαλήσει; Με θάρρος και φωνή που δεν σήκωνε αμφισβήτηση, ο Κώστας μου απάντησε: Εμάς δεν θα χρειαστεί να μας κουβαλήσουν!». Ήθελε να πει θα αντέξουμε, δεν θα λυγίσουμε, θα νικήσουμε τον θάνατο. Και νίκησαν!

Ο Γιάννης Λίππας γεννήθηκε στον Πειραιά το 1907. Παιδί εργατών μπήκε στη βιοπάλη από τα 8 του χρόνια. «Επάγγελμα: Σιδηροχύτης. Οικονομική κατάσταση: Δεν έχω απολύτως τίποτα. Γραμματικές γνώσεις: Δεν πήγα σχολείο». Όμως, γράμματα και πλούσιες γνώσεις απέκτησε μέσα στις φυλακές και στις εξορίες. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του σωματείου σιδηροχυτών Πειραιά – Αθήνας και το 1937 πρόεδρος του σωματείου. Αυτός ο σιδηροχύτης, όμως, ήταν ταυτόχρονα κι ένας αυτοδίδακτος ζωγράφος, που απεικόνιζε στο χαρτί ή σε μικρές καρτούλες τη σκληρή πραγματικότητα.

lippasΤο 1937, με εντολή του ΚΚΕ, πηγαίνει στο Βόλο και λίγο αργότερα στον Πειραιά. Το 1938 στέλνεται εξορία στον Αη Στράτη. Είναι ένας από τους δραπέτες του Αη Στράτη, το 1943, που σώθηκαν από θάνατο λόγω πείνας. Μετά τη δραπέτευσή του πηγαίνει στη Θεσσαλονίκη και από εκεί στη Νότια Εύβοια. Το 1948 πάλι στην εξορία, στη Μακρόνησο. Το 1950 ξανά Αη Στράτη. Το 1953 απολύεται και τρία χρόνια αργότερα συλλαμβάνεται. Δικάζεται ισόβια. Αποφυλακίζεται το 1966. Το 1969 καταδικάζεται με το Ν. 509 σε ισόβια. Το 1974, με τη μεταπολίτευση, απολύεται. Εζησε στις φυλακές και στις εξορίες 30 χρόνια. Δραπέτευσε δύο φορές. Παρέμεινε εργάτης στις γραμμές του ΚΚΕ μέχρι το τέλος της ζωής του ενώ ακόμα και μετά τα 90 του χρόνια έπαιρνε μέρος σε όλη τη διαδρομή της Μαραθώνιας Πορείας ειρήνης. Έφυγε από τη ζωή στα 97 του χρόνια.
Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη στις 19 Νοέμβρη του 1978, στα πλαίσια αφιερώματος της εφημερίδας στα 60χρονα του ΚΚΕ.
Αφηγείται ο Γιάννης Λίππας:
«26 Απρίλη 1941. Δυο μέρες πριν οι Γερμανοί φασίστες αποβιβαστούν στο νησί, οι «Έλληνες» δεσμοφύλακές μας αρνήθηκαν να μας αφήσουν να φύγουμε για να μην πέσουμε  στα χέρια των καταχτητών. Αντίθετα, πήραν όλα τα μέτρα για να μας παραδώσουν όλους στα καινούργια αφεντικά τους, διαπράττοντας ένα στυγερό έγκλημα που ποτέ δεν πρόκειται να ξεχάσει ο ελληνικός λαός.
Για να δείξουν την πίστη και την αφοσίωσή τους στους χιτλεροφασίστες καταχτητές, οι «Έλληνες» φρουροί του στρατοπέδου πυροβόλησαν αναίτια στο ψαχνό κατά των εξόριστων κομμουνιστών και σκότωσαν τους αξέχαστους συντρόφους μας Παπαδάτο, Πέππα και Σκυτούδη. Ύστερα από το αποτρόπαιο αυτό έγκλημα οι χωροφύλακες με επικεφαλής τον ματοβαμμένο φασίστα Βουδικλάρη, που ήταν διοικητής  χωροφυλακής του Αη Στράτη, μας έκλεισαν  όλους τους εξόριστους σ’ ένα μεγάλο θάλαμο και απαγόρευσαν την έξοδό μας. Μας είπαν ρητά ότι όποιος τολμήσει να βγει έξω θα τουφεκιστεί χωρίς καμιά άλλη διαδικασία!
Ο "κεντρικός θάλαμος" στον Αη Στράτη. Εδώ οι πολιτικοί κρατούμενοι έδωσαν μάχη με την πείνα
Ο “κεντρικός θάλαμος” στον Αη Στράτη. Εδώ οι πολιτικοί κρατούμενοι έδωσαν μάχη με την πείνα

Ο εγκλεισμός μας έγινε για να μη δραπετεύσουμε  και να μας παραδώσουν στους Γερμανούς καταχτητές! Πραγματικά ο φασίστας Βουδικλάρης μας παράδωσε όμηρους στους χιτλεροφασίστες. Για το έγκλημα αυτό αντί να λογοδοτήσει, το μεταβαρκιζιανό καθεστώς της Δεξιάς τον τίμησε, τον έκανε ανώτατο αξιωματικό, τον θεωρεί «ήρωα» και μέγα εθνικόφρονα!
Οι χιτλεροφασίστες καταχτητές και οι ελληνόφωνοι συνεργάτες τους έβαλαν σε εφαρμογή ένα σατανικό σχέδιο για τη φυσική εξόντωση των κρατουμένων. Μας στέρησαν κάθε μέσο διαβίωσης για να πεθάνουμε από την πείνα. Πραγματικά, η πείνα άρχισε να θερίζει σε λίγο τον έναν μετά τον άλλο τους συντρόφους μας. Η κατάσταση ήταν φοβερή. Όλοι είμασταν κατάκοιτοι από την εξάντληση και την απερίγραπτη δοκιμασία. Ήταν μια φοβερή κόλαση που δεν τη συναντάς ούτε στις περιγραφές του Δάντη.
Ο χειμώνας του 1941-42 λες και ήθελε να ολοκληρώσει το κακό. Παγωνιά και ατέλειωτες χιονοθύελλες σάρωναν τα πάντα. Η θάλασσα αγκομαχούσε δαρμένη απ’ τους άγριους αγέρες και τις τρικυμίες. Όλοι οι κομμουνιστές κρατούμενοι είμασταν αποφασισμένοι να μην υποκύψουμε μέχρι την τελευταία μας πνοή.
Όσοι από τους συντρόφους μας στέκονταν ακόμα στα πόδια, φρόντιζαν για ολόκληρη την ομάδα. Μάζευαν χόρτα, που ήταν το μοναδικό μας φαγητό, έφερναν λίγα ξύλα για τη φωτιά, περιποιούνταν τους κατάκοιτους, θάβανε τους νεκρούς.
Θα μου μείνει αξέχαστο, ανάμεσα στα άλλα, κι ένα περιστατικό που συνέβηκε τον Γενάρη του 1942. Ήταν πρωί. Χιόνιζε και έκανε φοβερό κρύο. Δυο μικρές ομάδες, η μια αποτελούμενη από τους συντρόφους Παπαδομιχελάκη, Λίπα και Δροσόπουλο και η άλλη από τους συντρόφους Πουρναρά και Παπαδόπουλο, πήγαμε να μάσουμε χόρτα σε διαφορετικά μέρη. Δεν κάναμε διάκριση, χόρτο να ήταν και αμέσως το μαζεύαμε για φαγητό!
Ενώ ψάχναμε να βρούμε κάτω απ’ το παγερό χιόνι τα πολυπόθητα χόρτα, τη μόνη τροφή που μας κρατούσε στη ζωή, πέρασε από κοντά μας ο αγροφύλακας Γαρυφάλλου. Πήγε και ειδοποίησε αμέσως τη χωροφυλακή. Σε λίγο βλέπουμε να έρχονται δυο χωροφύλακες με τα πιστόλια στα χέρια. όρμησαν σαν αφηνιασμένοι απάνω μας, πέταξαν τα χόρτα και τα πάτησαν με μανία και μας οδήγησαν με σπρωξιές και ακατονόμαστες βρισιές στη χωροφυλακή. Εκεί μας περίμενε ο εγκληματίας Βουδικλάρης, ο οποίος μόλις με είδε μου είπε σαρκαστικά:
― Ώστε ζεις ακόμη!
― Ναι ζω! του απάντησα. Είμαι κομμουνιστής και οι κομμουνιστές έχουν ακλόνητη πίστη στις ιδέες τους γι’ αυτό και δεν πεθαίνουν εύκολα!
Έκανε έναν απειλητικό μορφασμό και διέταξε να μας κλείσουν σ’ ένα σκοτεινό μπουντρούμι. Εκεί έφεραν αργότερα και τους συντρόφους Πουρναρά και Παπαδόπουλο.
Οι προκλήσεις των «Ελλήνων» χωροφυλάκων εναντίον μας ήταν ατέλειωτες. Είχαν περάσει στη δούλεψη του καταχτητή και αμείβονταν γενναιόδωρα για τις υπηρεσίες τους. Έτσι, όταν μια μέρα ο χωροφύλακας Ρεγκούτας συνάντησε τον κρατούμενο Σκορδούλη, χωρίς καν να ανταλλάξουν κουβέντα, ο χωροφύλακας του λέει:
― Γιατί μ’ έβρισες ρε;
Ήταν καθαρή προβοκάτσια. Αμέσως τον πήρε και τον πήγε στη χωροφυλακή, μπροστά στον Βουδικλάρη, ο οποίος αφού τον χαστούκισε τον ρώτησε:
― Γιατί ρε έβρισες τη χωροφυλακή και τους Γερμανούς; Θα σε λιώσουμε ρε κάθαρμα, πάρ’ το χαμπάρι!
Χωρίς ντροπή έριξαν κάτω τον σκελετωμένο σύντροφό μας και άρχισαν και οι δυο τους, Βουδικλάρης και Ρεγκούτας, να τον χτυπούν με τους υποκόπανους. Δεν άντεξε ο εξουθενωμένος απ’ την πείνα και τις κακουχίες σ. Σκορδούλης. Λιποθύμησε. Άρχισαν να τον καταβρέχουν με νερό κι όταν άνοιξε τα μάτια του πρότειναν να κάνει δήλωση υποταγής στους Γερμανούς καταχτητές. Ο σύντροφός μας αρνήθηκε περήφανα…
…Πέθανε και ο σ. Ζώνος. Αγέρωχος και πιστός μέχρι την ύστατη στιγμή. Μας άφησε για πάντα και ο αξέχαστος σ. Γρίβας. Και πόσοι άλλοι ακριβοί και αξέχαστοι σύντροφοι δεν έσβησαν εδώ σ’ αυτό το ξερονήσι, όπου τους παράδωσε σιδηροδέσμιους στους Γερμανοφασίστες καταχτητές το καθεστώς του δικτάτορα Μεταξά προς αιώνια δόξα της εθνικοφροσύνης και των πατριδοκάπηλων.
Δευτέρα 11 Γενάρη 2015