Τα
έχουμε ξαναγράψει και ξαναπεί. Και θα λέμε και θα γράφουμε ξανά και ξανά, όπως
φαίνεται, για όσο χρειαστεί. Γιατί δεν μας αφήνουν οι ίδιοι. Αν και είναι μονότονα προβλέψιμος ο τρόπος που σήμερα επιτίθενται στο κόμμα που
κάποτε τους τίμησε να τους δεχτεί ως μέλη του, τα χτυπήματά τους αποχτούν με το
χρόνο «ποιοτικότερα» χαρακτηριστικά. Και όσο οι ανάγκες της άρχουσας τάξης για
στηρίγματα στο πολιτικό προσωπικό που θα διαιωνίζουν την κυριαρχία της θα αυξάνονται, τόσο θα αυξάνεται και η ένταση
στις επιθέσεις των «πρώην» και τα χτυπήματά τους θα γίνονται όλο και πιο
πονηρά, πιο ύπουλα και πιο βρώμικα. Λες και βάλθηκαν να ξεσκίσουν τις ίδιες τις
σάρκες τους έτσι που προσπαθούν να φανούν και ―κυρίως αυτό― να γίνουν χρήσιμοι σε
αυτή τη διαδικασία της αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού που συντελείται στις
μέρες μας.
Δεν
είναι όλοι οι πρώην σύντροφοι ίδιοι. Θα ήταν άδικο να βάλουμε στο ίδιο τσουβάλι
ανθρώπους περήφανους και αξιοπρεπείς που όταν διαφώνησαν με θέσεις ή τη γραμμή
του ΚΚΕ, νιώθοντας ότι το «οξυγόνο» τους λιγοστεύει, αποχώρησαν με το κεφάλι ψηλά, ή
αυτούς που κουράστηκαν από τον μαραθώνιο αγώνα της ταξικής πάλης, ή που απογοητεύτηκαν
από τη συνεχή σπορά ανυπομονώντας να δρέψουν καρπούς σ’ ένα τόσο άνυδρο τοπίο… Αυτούς
που απόχτησαν με τους καιρούς πικρίες από πρόσωπα ή καταστάσεις, ή κάποιους
συντρόφους που το ίδιο το κόμμα τους έδειξε κάποτε (σωστά ή λανθασμένα) την
πόρτα. Ακόμα, δεν θα έμπαιναν στο ίδιο τσουβάλι ούτε οι σύντροφοι που στην πορεία τους τα ’φερε «πρίμα» η ζωή και
χώθηκαν στη ζεστασιά της προσωπικής τους βολής, έχοντας ή μη επίγνωση της κατάντιας τους. Με δυο λόγια, όλους όσοι
με την κατοπινή ―και εκτός ΚΚΕ― στάση
τους δικαίωσαν την απόφαση του κόμματος κάποτε να τους εντάξει στις γραμμές
τους.
Όπως
δεν είναι όλοι οι πρώην σύντροφοι ίδιοι, έτσι και όσοι από αυτούς σήμερα
επιτίθενται στο ΚΚΕ δεν ξεκινούν από την ίδια αφετηρία. Άλλες οι βουλές π.χ.
των «έγκριτων» «αριστερών» δημοσιολόγων (διαφορετικές ακόμα και μεταξύ τους) και άλλο να υιοθετούν
άκριτα τα «επιχειρήματα» αυτών απλοί καθημερινοί άνθρωποι, που μια ζωή
ακροβατούν μεταξύ σφύρας και άκμονος για την επιβίωση ή, ―ακόμα και αυτοί που― από κάποια χρονική
στιγμή και μετά, κυνήγησαν το «όνειρο»
της κοινωνική «ανέλιξης»…
Αυτοί
οι χιλιάδες απλοί καθημερινοί άνθρωποι (μιλάμε πάντα για πρώην συντρόφους και
φίλους του ΚΚΕ) αποτελούν ένα «πεδίο βολής» στο οποίο δοκιμάζονται τα νέα
«όπλα» των δημοσιολόγων του ΣΥΡΙΖΑ. Ίσα
στις συνειδήσεις αυτών των ανθρώπων στοχεύουν
«επιχειρήματα» όπως το ―ίσως― πιο πρόσφατο του κ. Στάθη Σταυρόπουλου για
το δήθεν «μίσος» (!) των κομμουνιστών απέναντι συλλήβδην στους αριστερούς, με…
ιδιαίτερη όμως προτίμηση στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τους
ψηφοφόρους του… Συνειδήσεις που ακόμα αναπνέουν, βαλλόμενες από την κυρίαρχη προπαγάνδα όσο και από την
ψευδαίσθηση ότι ο καπιταλισμός μπορεί να γίνει ανθρώπινος, ή φθαρμένες, στα
τελειώματά τους, που σαπίζουν μαζί με το σύστημα που τις μόλυνε, και αναζητούν
περισσότερο «ισχυρά» άλλοθι απέναντι σε αυτούς που τις οικτίρουν.
Ο
τρόπος που μάθαμε να διαχειριζόμαστε τις προσωπικές μας ήττες, μικρές ή
μεγάλες, είναι αυτός που καθορίζει συνήθως τη σχέση του παρελθόντος με το παρόν
μας και σηματοδοτεί σε μεγάλο βαθμό την πορεία μας προς το μέλλον. Πολλές φορές,
στη διαδρομή που με μια λέξη ονομάσαμε «ζωή», σπάμε τα μούτρα μας, πότε από
δική μας υπαιτιότητα (γιατί η φαρέτρα μας δεν ήταν γεμάτη την ώρα που έπρεπε, είτε
από δειλία), πότε επειδή οι συνθήκες απλά μας ξεπερνούν. Η αυτοκριτική σε αυτές
τις περιπτώσεις εκτός από επούλωση στα τραύματά μας, προσφέρει και τη
δυνατότητα της καλύτερης προετοιμασίας μας στην επόμενη αναμέτρηση με τις
αδυναμίες μας. Τα αναπόφευχτα ―όσο η θεωρητική-ιδεολογική-πολιτική θωράκιση του
καθένα μας «μπάζει νερά»― πισωγυρίσματα θα μπορούσαν με τη σωστή αντιμετώπιση (π.χ. αυτομόρφωση,
πιο ενεργή συμμετοχή στις συλλογικές διαδικασίες κλπ.) να γίνουν σκαλοπάτια που οδηγούν σε ανοιχτότερους ορίζοντες
και όχι να μας παρασέρνουν σαν δίνη στην (αυτο)αναίρεση της μέχρι τότε πορείας
μας. Αυτό προϋποθέτει καλλιεργημένη συντροφικότητα, δοτικότητα, «ανησυχία», ορθάνοιχτες και ευαίσθητες
κεραίες, θέληση. Προϋποθέτει και μια παιδεία που συχνά δεν είναι μπορετό να αποχτηθεί (όσους
τίτλους σπουδών και αν καρφώσεις στον τοίχο ή κομματικά αξιώματα και αν
αποχτήσεις), αν οι βάσεις της δεν μπήκαν γερές, τότε που έπρεπε, από την
οικογένεια. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να έχουμε τις ίδιες απαιτήσεις από όλους.
Το
αν κάποιος υπερασπίζεται ή όχι την διαδρομή του, την ιστορία του, και αν
―νομίζοντας ότι― το κάνει, ο τρόπος που το κάνει, συνδέεται άρρηκτα με τη στάση
του απέναντι σε αυτούς που κάποτε τον βομβάρδιζαν με βόμβες θανάτου και σήμερα
με καταστολή και εξαθλίωση και αυτούς που τον βομβαρδίζουν με ψευδαισθήσεις
μέσα από την υιοθέτηση λογικών «μικρότερου
κακού». Και οι μεν και οι δε, και τότε και τώρα, τον βομβαρδίζουν για να
διαλύσουν τις αντιστάσεις του, να τον ισοπεδώσουν, να αποδυναμώσουν την κριτική
του σκέψη, να ποδοπατήσουν τις αρετές του, να διαμορφώσουν εν τέλει ένα
χαρακτήρα άβουλο που θα στρέφεται με μεγαλύτερη ευκολία εναντίον αυτών που αντιστέκονται
στις βόμβες (και παραμένουν σκέτο «σύντροφοι», χωρίς το «πρώην» μπροστά), παρά
στα κανόνια. Όσο λοιπόν κάποιοι θα βουλιάζουν στα σκατά που οι ίδιοι τελικά επέλεξαν
να κολυμπήσουν, τόσο μεγαλύτερη εξήγηση θα βρίσκει το μένος τους απέναντι στο
πρώην κόμμα τους και στους πρώην συντρόφους τους. Αυτό είναι εύκολο να
διαπιστωθεί. Ένα απλό παράδειγμα είναι οι διάφορες δικαιολογίες που ακούγονται ως επιχειρήματα από πρώην
συντρόφους στις παρέες μετά και από τις τελευταίες εκλογές, του τύπου «αν το
ΚΚΕ ήταν καλό δεν θα ψήφιζα ΣΥΡΙΖΑ».
Πρόκειται
άραγε για μια χαμένη υπόθεση; Μήπως θα χάναμε το χρόνο μας σε μια προσπάθεια
επαναπροσέγγισης των περισσότερων από τους «χαμένους» συντρόφους μας; Δεν
έχουμε την πολυτέλεια να το σκεφτόμαστε. Ακόμα και αν τραυματίστηκε ο
ιδεολογικός-πολιτικός ιστός που μας
ένωνε, ακόμα και αν η γεύση που μας άφησαν κάποιοι με τη συμπεριφορά τους είναι
πικρή, ακόμα και αν όλο και περισσότερες φορές νιώθουμε τις αντοχές μας να
κλονίζονται εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς και τις διαθέσεις μας να
γαντζώνονται στην ασπίδα της αυτοσυντήρησης, ο ηθικός ιστός που μας συνδέει με
τους περισσότερους παραμένει ζωντανός.
Χρειάζεται κατάλληλη ιδεολογική θωράκιση και πολιτική κατάρτιση, σκληρή δουλειά, υπομονή και αντοχή από τα
μέλη και τους φίλους του κόμματος, για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση που
αν την αποδεχτούμε ως χαμένη τότε δεν έχουμε και πολλά να ελπίζουμε, να περιμένουμε
από τον άνθρωπο. Οι άνθρωποι που
υποφέρουν από την καπιταλιστική εκμετάλλευση είναι αυτοί που θα κινήσουν
ξανά, όταν το αποφασίσουν, τους «κινητήριους ιμάντες» της ιστορίας προς την πρόοδο, μέσα από την
απελευθέρωση από τα δεσμά τους, αρκεί να τους πείσει για αυτό και να τους
καθοδηγήσει ένα δυνατό και έμπειρο πια ΚΚΕ με πλήρη συναίσθηση της αποστολής
του.
ΥΓ. Οι «έγκριτοι» ΚΚΕδολόγοι του γραπτού και ηλεκτρονικού τύπου που συνεχίζουν
να γράφουν για «μίσος των κομμουνιστών απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ», επενδύοντας
ουσιαστικά στην καλλιέργεια αντιΚΚΕ αντανακλαστικών στους καλοπροαίρετους
αριστερούς ψηφοφόρους, και στη δημιουργία ακόμα βαθύτερου ρήγματος ανάμεσα
στους απλούς λαϊκούς ανθρώπους (που όμως αυτά που τους ενώνουν είναι πολλά
περισσότερα από όσα ―βολεύει κάποιους να―
τους «χωρίζουν»), κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια. Εκτός από το να μας
προκαλούν αηδία, δικαιούνται την πιο βαθιά περιφρόνησή μας. Θα συνεχίσουν να παίρνουν και τις απαντήσεις που τους αξίζουν.
Πέμπτη
10 Ιούλη 2014.