«Η υπόθεση Κεντέρη - Θάνου για το τροχαίο ατύχημα την παραμονή της έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 πήρε τέλος. Το Εφετείο αθώωσε τους δύο αθλητές με ομόφωνη απόφαση.» (ΜΜΕ)
Ωραία λοιπόν! Μια υπόθεση που απασχόλησε για εφτά χρόνια, και σηματοδότησε το ξεφούσκωμα του Ελληνικού αθλητισμού όπως τουλάχιστον τον ζήσαμε τα χρόνια της Σημιτικής «ισχυρής» Ελλάδας, έφτασε – δικαστικά – στο τέλος της και …ούτε γάτα ούτε ζημιά.
Δεν μου προξενεί εντύπωση η αθώωση των δύο πρώην «υπερ-ηρώων» μας. Γνήσια τέκνα ενός βρώμικου και βουτηγμένου στα αναβολικά «αθλητισμού» αυτοί αλλά και άλλοι συνάδελφοί τους, έπαιξαν καλά το ρόλο που τους είχε διανεμηθεί από τους πολιτικούς-κομματικούς αλλά και τους οικονομικούς χορηγούς-μέντορές τους.
Το έργο είχε καλή σκηνοθεσία, ιδανικό σκηνικό, λαμπερούς πρωταγωνιστές και μεγάλο κοινό. Ένα κοινό διψασμένο για ήρωες-πρότυπα. Ένα λαό που διψούσε για νίκες κάθε είδους άρα και αθλητικές, με κάθε μέσο, νίκες που θα επιβεβαίωναν αυτό που με κάθε τρόπο διατυμπάνιζαν το πολιτικό καθεστώς και τα τηλεοπτικά παπαγαλάκια του:
η Ελλάδα είναι μια ισχυρή χώρα πολιτικά με την ευρωπαϊκή ενοποίηση, οικονομικά (ζώνη του ευρώ), αλλά και αθλητικά, αφού όχι μόνο κοιτάζει στα μάτια τις υπερδυνάμεις του παγκόσμιου αθλητισμού, αλλά μπορεί και να τις νικήσει!
Οι υπερ-ήρωες αθλητές μας, μεγάλοι πρωταγωνιστές αυτού του έργου, απολάμβαναν πολλά προνόμια όπως αρμόζει σε μια χώρα όπου όλα, θετικά ή αρνητικά τα περνάμε μέσα από το φίλτρο της υπερβολής.
Δημοσιότητα, φιέστες όπου χιλιάδες λαού ούρλιαζαν «Ελλάς-Ελλάς» τα καλοκαιρινά βράδια στα μαρμάρινα στάδια, ξεχνώντας τα προβλήματα που θα έβρισκαν πάλι μπροστά τους μόλις ξημέρωνε η μέρα…, βούρκωναν στο άκουσμα του εθνικού ύμνου και ανατρίχιαζαν απέναντι στη γαλανόλευκη σημαία, φουσκωμένοι (όχι από αναβολικά αυτοί) από εθνική υπερηφάνεια.
Δόξα, συναντήσεις και φωτογραφήσεις με την πολιτική, αθλητική, επιχειρηματική και θρησκευτική ηγεσία της χώρας. Μέχρι και καράβια βαφτίζονταν με τ’ όνομά τους (!!!!). Δηλώσεις για την ανωτερότητα της ελληνικής φυλής:
«Οι Έλληνες είμαστε γεννημένοι πρώτοι. Τα υπόλοιπα είναι για τους δεύτερους. Το αποδεικνύουμε εδώ και χιλιάδες χρόνια σε όλο τον κόσμο. Το έχουμε στα κύτταρά μας και είναι το μεγαλύτερο δώρο. Είναι κρίμα να το αμφισβητούμε. Όταν υπάρχει ελληνική ψυχή και πίστη στο Θεό, μπορείς να κατακτήσεις την κορυφή του κόσμου» (θυμάστε τη Φανή Χαλκιά;)
Χρήμα και επαγγελματική εξασφάλιση για το μέλλον τους. Τραπεζικοί λογαριασμοί με πολλά μηδενικά, χορηγοί, διαφημίσεις και …αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων της χώρας.
Τα ταρτάν ίδρωναν, οι μπάρες αναστέναζαν και οι πισίνες φουρτούνιαζαν. Οι …ανώτεροι Έλληνες αθλητές προήλαυναν και σάρωναν τους «ξένους», συλλέγοντας δεκάδες μετάλλια, από χρυσό ασήμι και χαλκό.
Και φυσικά η απαραίτητη ανάκρουση του εθνικού μας ύμνου προς …τέρψιν του φιλοθεάμονος κοινού… και στην υγειά των κορόιδων. Του λαού δηλαδή που έψαχνε κάπου ν’ ακουμπήσει, να στηρίξει την ελπίδα αλλά και την … επιβεβαίωση της ψευδαίσθησης πως επιτέλους, «γίναμε» κάποιοι.
Όλοι ή μάλλον οι περισσότεροι, γνωρίζαμε. Ή τουλάχιστον με έκπληξη αναρωτιόμαστε: πως είναι δυνατόν; αλλά σιωπούσαμε και απολαμβάναμε το γλυκό μεθύσι της νίκης και της ψευτοεπιβεβαίωσης. Και φυσικά οι αθλητές απολάμβαναν όλα τα παραπάνω προνόμια από την κορυφή του …Ολύμπου.
Η άποψη πως αυτοί ήταν τα θύματα όλης αυτής της κατάστασης, καλλιεργήθηκε και πέρασε σ’ ένα μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης. Ήταν όμως έτσι; Σίγουρα όχι. Ήξεραν από πριν του όρους του παιχνιδιού και τους είχαν αποδεχτεί.
Ο στόχος του πρωταθλητισμού ριζώνει στο μυαλό των μικρών παιδιών από την αρχή της ενασχόλησής τους με τον αθλητισμό. Ριζώνει επίσης και μάλλον πρωτίστως στο μυαλό των γονιών τους, που βλέπουν στον αθλητισμό μια διέξοδο που θα αποφέρει οικονομικά έσοδα στα παιδιά άρα και στις οικογένειές τους.
Δεν χρειάζεται λοιπόν τα παιδιά να κουραστούν, να «αναμετρηθούν» με τη γνώση, να σπουδάσουν. Κι αν πάρουν τα πτυχία τους, μετά τι; Ενώ οι πρωταθλητές εξασφαλίζουν το μέλλον τους χωρίς όλα αυτά, και παράλληλα είναι «κάποιοι», ξεχωρίζουν από την ανωνυμία.. Και δώστου αναβολικά από τους μαθητικούς αγώνες ακόμα. Με τις γνωστές πια συνέπειες στην υγεία τους.
Ας επανέλθω όμως στο θέμα «εθνική υπερηφάνεια». Μια άποψη που την άκουσα πολύ, από την περίοδο ακόμα της έξαρσης του «αθλητικού φαινομένου Ελλάδα», είναι πως «ξέρω ότι αυτό που βλέπω είναι πλαστό, κάλπικο, μα έχω ανάγκη να νιώσω υπερήφανος, να νικήσω και γω κάπου ρε αδελφέ» ή «για να χτυπήσουμε τους ξένους υπερ-αθλητές, ένας τρόπος μόνο υπάρχει, ο δικός τους».
Τραβάμε λοιπόν τόσο μεγάλο ζόρι να νικήσουμε τους ξένους «υπεραθλητές»; Για ποιο λόγο; Αυτοί δεν αντιπροσωπεύουν κανένα αθλητισμό. Είναι αντιπρόσωποι ενός βρώμικου συστήματος που κινούν οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες, που στόχο μοναδικό έχουν τη μεγαλύτερη ακόμα εδραίωσή τους στον παγκόσμιο οικονομικό-πολιτικό χάρτη.
Με τη μορφή των «χορηγιών» (εξευτέλισαν την έννοια αυτής της υπέροχης ελληνικής λέξης), ελέγχουν και κατευθύνουν την παραγωγή «προτύπων» σε όλο τον πλανήτη. Και φυσικά διαμορφώνουν συνειδήσεις…
Χρησιμοποιούν τους αθλητές όσο τους φέρνουν έσοδα και όταν δεν τους χρειάζονται πια, τους παραμερίζουν για να πάρουν τη θέση τους άλλοι πιο φρέσκοι. Θυμηθείτε πόσο γρήγορα και εύκολα απέσυραν την «υποστήριξή» τους σε Θάνου και Κεντέρη, οι εταιρίες-χορηγοί με το ξέσπασμα του σκανδάλου-τροχαίο. Έκαναν πως δεν ήθελαν ούτε να τους ξέρουν…
Ο Κεντέρης και η Θάνου λοιπόν δεν ήταν ούτε πιόνια, ούτε θύματα, ούτε άμοιροι ευθυνών. Συμμετείχαν υπεργολαβικά στη μεγάλη εργολαβία χειραγώγησης της κοινής γνώμης, από τις μεγάλες πολυεθνικές και τους εδώ υπαλλήλους τους, τις ελληνικές κυβερνήσεις. Συμμετείχαν με πλήρη συνείδηση σ' ένα παιχνίδι τζογαδόρικο, κάτι σαν τη ρουλέτα.
Όσο κέρδιζαν, όλα ήταν καλά. Στο τζόγο όμως δεν κερδίζεις πάντα, κάποτε χάνεις και κάποτε τα χάνεις όλα. Δεν μπορώ μα και δεν πρέπει να τους λυπηθώ όταν ξέρω και ξέρουν κι αυτοί από πριν ότι με κοροϊδεύουν, και είναι ζήτημα χρόνου ή συγκυριών να αποκαλυφτούν και να ξεφτιλιστούν στα μάτια μου.
Θα τους παραδεχόμουν αν έβγαιναν οι ίδιοι, έστω μετά την αποκάλυψή τους, τα παραδέχονταν όλα και παράλληλα κατείγγελναν το όλο σύστημα και μετανιωμένοι επέστρεφαν τα κάλπικα μετάλλιά τους. Θα τους χειροκροτούσα. Αλλά ο εθισμένος στο τζόγο παίκτης, ακόμα και την ώρα που βουλιάζει χρεοκοπημένος, πιστεύει πως θα ...ρεφάρει.
Η ανάγκη λοιπόν για ήρωες, η ανάγκη μας για πρότυπα μπορεί να μας οδηγεί στην αποδοχή μιας εικονικής πραγματικότητας; Έχουμε λοιπόν αλλοτριωθεί τόσο πολύ πια; Είναι τόσο διεφθαρμένη η ελληνική κοινωνία για να αποδέχεται και να επικροτεί τόση σαπίλα; Η απάντηση είναι «ναι».
Η αλήθεια είναι πως έχουμε ανάγκη για πρότυπα και ήρωες-στηρίγματα που θα μας βγάλουν από τα αδιέξοδά μας, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη εποχή. Από την άλλη όμως η υιοθέτηση όλων αυτών των πλαστών προτύπων μέχρι σήμερα, έπαιξε το ρόλο της στην αποσάθρωση του λεγόμενου ¨κοινωνικού ιστού».
Η ιστορία του λαού μας είναι γεμάτη από ήρωες-πρότυπα που μπορούν και πρέπει να μας εμπνεύσουν στη διεκδίκηση του σήμερα και του αύριο. Ας μην πάμε μακριά όμως. Ήρωες υπάρχουν ανάμεσά μας, δίπλα μας, γύρω μας, παντού. Χρειάζεται να τους δούμε. Τα γυαλιά που φόρεσε στα μάτια μας η εξουσία, είναι θολά και δεν μας αφήνουν να τους διακρίνουμε.
Ήρωας είναι ο εργαζόμενος που παλεύει για το μεροκάματο, όταν το έχει, στο γιαπί, στο εργοστάσιο, στο γραφείο, , να ζήσει την οικογένειά του, δεχόμενος το ένα χαστούκι μετά το άλλο από την κάθε μορφής εξουσία, την εργοδοσία, την εφορία, την πιστώτρια τράπεζα.
Ήρωας είναι ο απολυμένος, ο άνεργος που δεν σταματά να ψάχνει για δουλειά και να ελπίζει όταν, το βράδυ χώνει τα πόδια του στη λεκάνη με το ζεστό νερό για να ξεπρηστούν. Ηρωίδα είναι η εργαζόμενη μάνα που καλείται να τα βγάλει πέρα έχοντας «δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη».
Ήρωες είναι όσοι φοιτούν, όσοι σπουδάζουν αντιμετωπίζοντας ανυπέρβλητα τις περισσότερες φορές εμπόδια. Ήρωας είναι ο παππούς που μετρά και ξαναμετρά τα ψιλά και δεν του βγαίνουν, να πάρει ένα δώρο στο εγγόνι του.
Ήρωας είναι αυτός που σκέφτεται, που αγωνιά, που συνειδητά παλεύει, βαδίζοντας στο δύσκολο μα όμορφο δρόμο του αγώνα.
Εκεί να βρούμε τους πραγματικούς ήρωές μας, στο στίβο της ζωής. Οι «άλλοι» είναι πλαστοί. Όπως και τα μετάλλιά τους. Απ’ έξω γιάλιζαν μα αν τα έτριβες λίγο, το χέρι σου μαύριζε από τη γάνα. Γανωμένη δόξα, γανωμένα ιδανικά, γανωμένα πρότυπα.
Ο Κεντέρης και η Θάνου ήταν η κορυφή του παγόβουνου. Ενός παγόβουνου που έπεσε με ορμή πάνω στο σαθρό οικοδόμημα του ελληνικού αθλητισμού και το συνέθλιψε. Αρκετοί από τους «ήρωές» μας των προηγουμένων ετών, αποδείχτηκαν και επίσημα ντοπαρισμένοι, βάζοντας ένα τέλος στην προσδοκία και των πιο αφελών θεατών, όλα αυτά να είναι «ένα κατασκεύασμα των ξένων».
Όλοι αυτοί οι αθλητές και οι προαγωγοί-προπονητές τους είναι προϊόντα αυτού του απάνθρωπου καπιταλιστικού συστήματος στο οποίο ζούμε, που έχει στο επίκεντρό του το κέρδος. Το κέρδος είναι ο θεός κι όλοι προσκυνούν και τον υπηρετούν με κάθε δυνατό τρόπο. Ο Κεντέρης και η Θάνου ίσως νόμισαν πως έγιναν «συνεταιράκια» αυτού του συστήματος. Στην ουσία όμως ήταν οι πιστοί και αφοσιωμένοι «δούλοι» του.
Και το σύστημα που ξέρει ν΄ανταμοίβει τους υποτακτικούς του, δεν τους άφησε ξεκρέμαστους νομικά. Τους κάλυψε και μετά από «ταλαιπωρία» εφτά χρόνων, τους παρέδωσε «καθαρούς» (χα!) στην κοινωνία.
Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν στον κάθε ένα από μας είναι: τί αθλητισμό θέλουμε; Έναν «αθλητισμό» σαν αυτό που ζήσαμε και ζούμε τόσα χρόνια, με προκάτ υπερ-ήρωες και «θαύματα» της επιστήμης;
Ή έναν αθλητισμό που στο επίκεντρό του θα έχει τον άνθρωπο, όλους τους ανθρώπους, έναν μαζικό, λαϊκό αθλητισμό; Έναν αθλητισμό που θα έχει σκοπό του να κάνει πράξη το ρητό των αρχαίων παππούδων μας: «νους υγιείς εν σώματι υγιεί».
Όσοι επιλέγουμε το δεύτερο, ξέρουμε ότι θέλει πολλή δουλειά για να το πετύχουμε. Και η επιτυχία του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με μια γενικότερη αλλαγή του κοινωνικού συστήματος στο οποίο ζούμε. Ανατροπή λοιπόν του υπάρχοντος συστήματος. Αυτή είναι η μόνη διέξοδος. Και ανοικοδόμηση μιας κοινωνίας, ενός συστήματος, που στο επίκεντρό του τη δεσπόζουσα θέση θα κρατά ο Άνθρωπος. Και στον αθλητισμό…
"Αθλητισμός" για τους λίγους, με το λαό θεατή;
ή αθλητισμός με πρωταγωνιστή το λαό;
(ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ 2011) |