Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

ΑΤΕΧΝΩΣ / Πάμπλο Νερούδα: «Έλα να γεννηθείς μαζί μου, αδελφέ…» – Μνήμη Σαλβαδόρ Αλιέντε


Στις 11 Σεπτέμβρη του 1973 εκδηλώνεται στη Χιλή στρατιωτικό πραξικόπημα, σχεδιασμένο και καθοδηγούμενο από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Ο στρατηγός Πινοσέτ ανατρέπει τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση (στις τάξεις της συσπειρώνει κομμουνιστές, σοσιαλιστές, ριζοσπάστες, αριστερούς, χριστιανοδημοκράτες κ.ά.)  του σοσιαλιστή προέδρου Σαλβαδόρ Αλιέντε, ισχυριζόμενος ότι η επέμβαση του στρατού έγινε «για να λυτρωθεί η πατρίδα από το μαρξιστικό ζυγό».
Ο Πρόεδρος Αλιέντε οχυρώνεται στο Προεδρικό Μέγαρο και πέφτει νεκρός με το όπλο στο χέρι. Η Χιλή και ο πολύπαθος λαός της βυθίζονται στο φασιστικό σκοτάδι. Όμως το όραμα του Αλιέντε για μια δίκαιη και ανθρώπινη κοινωνία δεν θα σβήσει και οι αγώνες του χιλιάνικου λαού, όπως και των λαών της Λατινικής Αμερικής δεν θα σταματήσουν, μέχρι να νικήσει το δίκιο.
Κάποτε, σε μια εκδήλωση αλληλεγγύης προς τον αγωνιζόμενο λαό της Βενεζουέλας, ο Χιλιανός ποιητής Χάιμε Σβαρτ, που μετά το  πραξικόπημα στην πατρίδα του ζει στην Αθήνα, μου δώρισε τους παρακάτω στίχους του μεγάλου Χιλιανού Πάμπλο Νερούδα. Τους καταθέτω, σαν κόκκινα γαρίφαλα, στην άσβεστη μνήμη του Προέδρου Σαλβαδόρ Αλιέντε.
ΕΛΑ ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙΣ ΜΑΖΙ ΜΟΥ, ΑΔΕΛΦΕ
Δώσ’ μου το χέρι απ’ τα κατάβαθα
του διάσπαρτου πόνου σου.
Δε θα γυρίσεις απ’ τα βάθη των βράχων.
Δε θα γυρίσεις απ’ το χρόνο τον υπόγειο.
Δε θα γυρίσει η σκληρή φωνή σου.
Δε θα γυρίσουν τα τρυπημένα μάτια σου.
Κοίταξέ με μέσα απ’ τα βάθη της γης
αγρότη, υφαντουργέ, σιωπηλέ βοσκέ,
εσύ που εξημερώνεις άγρια λάμα για οδηγούς,
χτίστη αντιμέτωπε με τη σκαλωσιά σου,
νερουλά που κουβαλάς τα δάκρυα των Άνδεων,
χρυσοχόε με τα χτυπημένα δάχτυλα,
χωρικέ που τρέμεις στη σπορά,
αγγειοπλάστη μες στον ξέχειλο πηλό σου,
φέρτε μες στην κούπα αυτής της νέας ζωής
τους παλιούς θαμμένους πόνους σας.
Δείξτε μου το αίμα σας και τις χαρακιές σας,
πέστε μου, εδώ τιμωρήθηκα,
γιατί το κόσμημα δεν έλαμπε ή η γη
δεν παρέδωσε έγκαιρα την πέτρα ή το σιτάρι,
σημαδέψτε μου την πέτρα που πέσατε
και το μαδέρι που πάνω του σας σταύρωσαν,
ανάψτε μου το παλιό τσακμάκι,
τις παλιές λάμπες, τα μαστίγια που κόλλησαν
στη διάρκεια των αιώνων μέσα στις πληγές
και τα τσεκούρια με τη ματωμένη λάμψη.
Εγώ έρχομαι να μιλήσω απ’ το νεκρό στόμα σας.
Δια μέσου της γης μαζέψτε όλα
τα διάσπαρτα σιωπηλά χείλη
και από τα βάθη μιλήστε μου όλη αυτή τη μεγάλη νύχτα
σα να ήμουν εγώ μαζί σας αγκυροβολημένος,
να μου τα ιστορήσετε όλα, αλυσίδα την αλυσίδα,
κρίκο τον κρίκο, και βήμα το βήμα,
ακονίστε τα μαχαίρια που φυλάγατε,
ακουμπήστε τα στο στήθος και στο χέρι μου,
σαν ένα ποτάμι από κίτρινες αχτίνες,
σαν ένα ποτάμι από θαμμένες τίγρεις
και αφήστε με να κλαίω, ώρες, μέρες, χρόνια,
εποχές τυφλές, αιώνες ουράνιους.
Δώστε μου τη σιωπή, το νερό, την ελπίδα.
Δώστε μου τον αγώνα, το σίδερο, τα ηφαίστεια.
Κολλήστε μου τα σώματα σα μαγνήτες.
Ελάτε στις φλέβες μου και στο αίμα μου.
Μιλήστε με τα λόγια μου και το αίμα μου.

ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΔΑ
(Μετάφραση στα ελληνικά από τον Χιλιανό ποιητή Χάιμε Σβαρτ και την Άννα Καράπα)
SUBE a nacer conmigo, hermano
Dame la mano desde la profunda
zona de tu dolor diseminado.
No volverás del fondo de las rocas.
No volverás del tiempo subterráneo
No volverá tu voz endurecida
No volverán tus ojos taladrados
Mírame desde el fondo de la tierra
labrador,tejedor,pastor callado,
domador de guanacos tutelares
albañil del andamio desafiado,
aguador de las lágrimas andinas,
joyero de los dedos machacados,
agricultor temblando en la semilla,
alfarero en tu greda derramado,
traed a la copa de esta nueva vida
vuestros viejos dolores enterrados.
Mostradme vuestra sangre y vuestro surco,
decidme,aquí fui castigado,
porque la joya no brilló o la tierra
no entregó a tiempo la piedra o el grano,
señaladme la piedra en que caísteis
y la madera en que os crucificaron,
encendedme los viejos pedernales,
las viejas lámparas,los látigos pegados
a través de los siglos en las llagas
y las hachas de brillo ensangrentado.
Yo vengo a hablar por vuestra boca muerta.
A través de la tierra juntad todos
los silenciosos labios derramados
y desde el fondo habladme toda esta larga noche
como si yo estuviera con vosotros anclado,
contadme todo,cadena a cadena,
eslabón a eslabón,y paso a paso,
afilad los cuchillos que guardasteis,
ponedlos en mi pecho y en mi mano,
como un río de rayos amarillos,
como un río de tigres enterrados,
y dejadme llorar,horas,días,años,
edades ciegas,siglos estelares.
Dadme el silencio ,el agua,la esperanza
Dadme la lucha,el hierro,los volcanes.
Apegadme los cuerpos como imanes
Acudid a mis venas y a mi boca
Hablad por mis palabras y mi sangre

PABLO  NERUDA

Κυριακή 11 Σεπτέμβρη 2016.
 http://atexnos.gr/pablo-nerouda-ela-na-genithis-mazi-mou-adelfe-mnimi-salvador-aliente/